- συνεπιφαινομαι
- συνεπιφαίνομαισυν-επιφαίνομαιодновременно выставляться напоказ, являться Plut.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
συνεπιφαίνω — ΜΑ 1. καθιστώ κάτι φανερό συγχρόνως με κάτι άλλο 2. μέσ. συνεπιφαίνομαι εμφανίζομαι μαζί με κάτι άλλο («τοῑς οὔροις ἐνίοτε συνεπιφαίνονται τρίχες», Ακτουάρ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < συν * + ἐπιφαίνω «εμφανίζω, φανερώνω»] … Dictionary of Greek